Διαυγαστικά WANAX® Line
Γενικά
Πρόσφατες απαιτήσεις των καταναλωτών καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση της επιλογής και χρήσης οινολογικών πρόσθετων ουσιών. Οι ισχυρισμοί που προέρχονται από ομάδες ατόμων με δυσανεξίες (π.χ στη γλουτένη ή στη λακτόζη, κ.ά.) ή αλλεργίες σε συγκεκριμένα τρόφιμα (π.χ. γαλακτοκομικά προϊόντα ή προϊόντα αυγού) είναι ιδιαίτερα ισχυροί και πρέπει να αντιμετωπιστούν. Επιπλέον, οι εγγυήσεις που απαιτούν οι καταναλωτές σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων (Bovine Spongiform Encephalopathy) Σπογγώδης Εγκεφαλοπάθεια, Γρίπη των Πτηνών, Γενετικά Τροποποιημένοι Ορανισμοί κ.ά.) είναι πιεστικές, ενώ υπάρχει και η ανάγκη για τον σεβασμό στις πολιτιστικές αρχές και την κουλτούρα διαφορετικών ομάδων πληθυσμού (χορτοφάγοι κ.λπ.). Ο οινολογικός κοσμός, υπό την πίεση αυτών των νόμιμων και καθ’ όλα σεβαστών απαιτήσεων, θα είναι υποχρεωμένος, στο εγγύς μέλλον, να εγγράφει ορισμένα από τα οινολογικά πρόσθετα στις ετικέτες των προϊόντων τα οποία έχουν «κατεργαστεί» με αυτά (2000/68/EC, 2007/68/EC, 2008/110/EC).
Μια διαφορετική και πολλά υποσχόμενη προσέγγιση είναι αναμφίβολα η στροφή προς τη χρήση βοηθητικών μέσων διαφορετικής, «εναλλακτικής» προέλευσης, σε σχέση με τα παραδοσιακά χρησιμοποιούμενα έως σήμερα, τα οποία είναι κυρίως ζωϊκής προέλευσης.: συνεπώς, η επιστημονική έρευνα στρέφει την προσοχή και τις έρευνές της σε πρώτες ύλες που δεν προέρχονται από το ζωικό βασίλειο, ενώ μια σε βάθος ανάλυση και κατανόηση αυτών των υλών απαιτείται άμεσα, ώστε να εξακριβώσει και πιστοποιήσει τις επιδράσεις και τα αποτελέσματα της εφαρμογής τους τόσο στο γλεύκος όσο και στον οίνο.
Η σε βάθος κατανόηση της δράσης των διαυγαστικών σημαίνει, πριν και πάνω απ’ όλα, τη γνώση του τί αφαιρούν και απομακρύνουν από τη σύσταση του οίνου/γλεύκους. Είναι επίσης εξίσου σημαντικό από την πλευρά του οινοποιού να έχει διαθέσιμα διαυγαστικά προϊόντα τα οποία θα του παρέχουν μια συνεχή, ασφαλή και αδιάλειπτη απόδοση κατά τα διάφορα στάδια της οινοποιητικής διαδικασίας, εκτός φυσικά της υποχρέωσής του να χρησιμοποιεί υλικά συμμορφούμενα με την εκάστοτε σχετική νομοθεσία. Στην πραγματικότητα, η νομοθεσία αναφέρεται κυρίως στις πτυχές της ασφάλειας και των πιθανών κινδύνων (παρουσία καταλοίπων και τοξικών ουσιών) από τη χρήση των διαφόρων πρόσθετων, όμως δεν είναι ικανή να αναδείξει την «τεχνική» και ποιοτική διαφοροποίηση του προϊόντος.
Μόνο ο Codex Œnologique του OIV προσδιορίζει και περιγράφει τα συστατικά στοιχεία των διαυγαστικών προϊόντων και την επίδρασή τους στην απόδοση του προϊόντος. Οι μέθοδοι που προτείνονται από τον Codex Œnologique είναι test αποτελεσματικότητας των διαυγαστικών είτε σε οίνους είτε σε πρότυπα διαλύματα, ενώ σε εργαστήρια πολλών οινοποιείων εφαρμόζονται και άλλες τεχνικές, με βάση την εμπειρία του οινολόγου, για την άμεση αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της «πρακτικότητας» αυτών των προϊόντων. Για την αξιολόγηση λοιπόν των διαφόρων πρόσθετων ουσιών (διαυγαυστικών, ορισμένων σταθεροποιητικών ή και κάποιων βοηθητικών μέσων φιλτραρίσματος) θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η δράση τους έγκειται κυρίως επί των μακρομορίων τα οποία είναι σε κολλοειδή διασπορά στους οίνους, και αντιπροσωπεύουν σημαντικά στοιχεία των οίνων ποιότητας όπως το χρώμα,
το μπουκέτο, η δομή και η ισορροπία.